Μην βιαστείς να απαντήσεις, γιατί η Balenciaga σου έχει την τέλεια απάντηση: $1,800 για ένα πορτοφόλι που μοιάζει με… σακουλάκι τσιπς! Αν σου φαίνεται παράλογο, τότε η καμπάνια αυτή πέτυχε τον σκοπό της, γιατί ακριβώς σε αυτό ποντάρει. Πάμε να δούμε τι κρύβεται πίσω από αυτή την “τραγανή” στρατηγική.
Η Balenciaga χρησιμοποιεί την τέχνη της πρόκλησης για να δημιουργήσει συζήτηση. Το storytelling βασίζεται στην ιδέα του να πάρει κάτι απλό, καθημερινό και ταπεινό (ένα σακουλάκι τσιπς) και να το αναδείξει σε αντικείμενο πολυτελείας. Η αντίθεση μεταξύ του κοινού αντικειμένου και της υπερβολικής τιμής δημιουργεί μια ιστορία που προκαλεί περιέργεια και προσοχή. Είναι μια σαρκαστική κριτική στον τρόπο που προσλαμβάνουμε την πολυτέλεια και τη μόδα, αναγκάζοντας το κοινό να σκεφτεί τι θεωρεί πραγματικά “αξίας”.
Ο σκοπός του brand, όπως αναδεικνύεται μέσω αυτής της καμπάνιας, είναι να προκαλέσει και να αλλάξει τις προσδοκίες των καταναλωτών για το τι θεωρείται μόδα. Η Balenciaga εδώ υιοθετεί μια avant-garde προσέγγιση, προβάλλοντας τον εαυτό της ως ένα brand που τολμά να παίξει με τα όρια της αντίληψης και της κουλτούρας του καταναλωτή, ακόμα και αν αυτό σημαίνει να φτάσει σε υπερβολές.
Η καμπάνια αυτή προκάλεσε μια σειρά από αντιφατικά συναισθήματα. Από τη μία, πολλοί χρήστες στα social media βρήκαν το concept γελοίο, ακόμα και προσβλητικό, βλέποντας την υπερβολική τιμή του προϊόντος ως μία ανόητη εμπορευματοποίηση. Από την άλλη, οι πιο φανατικοί λάτρεις της μόδας είδαν το πορτοφόλι ως μια δήλωση στιλ και έναν τρόπο να δείξουν το διαφορετικό και το μοναδικό. Αυτό δημιούργησε τεράστιο engagement και τροφοδότησε την περιέργεια γύρω από το brand.
Η εταιρεία επωφελείται από την πρόκληση συζητήσεων και δημοσιότητας γύρω από το brand. Ακόμα και αν πολλοί αντιδρούν αρνητικά, η καμπάνια προκαλεί buzz και κάνει τη Balenciaga να παραμένει στην κορυφή της επικαιρότητας, ως ένα brand που τολμά να δοκιμάσει νέες προσεγγίσεις. Το όφελος είναι διττό: τόσο η προβολή όσο και η εδραίωση της εικόνας του brand ως ενός που δεν φοβάται να ανατρέπει τις παραδοσιακές ιδέες της μόδας.
Η στρατηγική πίσω από την καμπάνια φαίνεται να βασίζεται στην ιδέα της πρόκλησης και της διατάραξης. Η Balenciaga θέλει να αποσταθεροποιήσει τη συνηθισμένη οπτική των καταναλωτών για το τι είναι “μόδα” και “πολυτέλεια”. Με το να λανσάρει ένα προϊόν που μοιάζει τόσο καθημερινό, αλλά έχει μια εξωφρενική τιμή, η Balenciaga καταφέρνει να πετύχει κάτι σπάνιο: να δημιουργήσει μια καμπάνια που προκαλεί και ξεσηκώνει το κοινό. Αυτή η στρατηγική φέρνει αντιδράσεις, αλλά αυτές οι αντιδράσεις είναι που οδηγούν στη δημοσιότητα και, τελικά, στην προώθηση του brand.
Σε τελική ανάλυση, η καμπάνια της Balenciaga με το πορτοφόλι-σακουλάκι από τσιπς δεν ήταν απλώς μια άσκηση στη δημιουργικότητα, αλλά ένας τρόπος να ενσωματώσει το χιούμορ, την πρόκληση και τη σκέψη στην εμπορική στρατηγική της, προσπαθώντας να κάνει το κοινό να δει την πολυτέλεια με διαφορετικά μάτια.
Πόσο θα πλήρωνες για ένα σακουλάκι από τσιπς;
Μην βιαστείς να απαντήσεις, γιατί η Balenciaga σου έχει την τέλεια απάντηση: $1,800 για ένα πορτοφόλι που μοιάζει με… σακουλάκι τσιπς! Αν σου φαίνεται παράλογο, τότε η καμπάνια αυτή πέτυχε τον σκοπό της, γιατί ακριβώς σε αυτό ποντάρει. Πάμε να δούμε τι κρύβεται πίσω από αυτή την “τραγανή” στρατηγική.
Η Balenciaga χρησιμοποιεί την τέχνη της πρόκλησης για να δημιουργήσει συζήτηση. Το storytelling βασίζεται στην ιδέα του να πάρει κάτι απλό, καθημερινό και ταπεινό (ένα σακουλάκι τσιπς) και να το αναδείξει σε αντικείμενο πολυτελείας. Η αντίθεση μεταξύ του κοινού αντικειμένου και της υπερβολικής τιμής δημιουργεί μια ιστορία που προκαλεί περιέργεια και προσοχή. Είναι μια σαρκαστική κριτική στον τρόπο που προσλαμβάνουμε την πολυτέλεια και τη μόδα, αναγκάζοντας το κοινό να σκεφτεί τι θεωρεί πραγματικά “αξίας”.
Ο σκοπός του brand, όπως αναδεικνύεται μέσω αυτής της καμπάνιας, είναι να προκαλέσει και να αλλάξει τις προσδοκίες των καταναλωτών για το τι θεωρείται μόδα. Η Balenciaga εδώ υιοθετεί μια avant-garde προσέγγιση, προβάλλοντας τον εαυτό της ως ένα brand που τολμά να παίξει με τα όρια της αντίληψης και της κουλτούρας του καταναλωτή, ακόμα και αν αυτό σημαίνει να φτάσει σε υπερβολές.
Η καμπάνια αυτή προκάλεσε μια σειρά από αντιφατικά συναισθήματα. Από τη μία, πολλοί χρήστες στα social media βρήκαν το concept γελοίο, ακόμα και προσβλητικό, βλέποντας την υπερβολική τιμή του προϊόντος ως μία ανόητη εμπορευματοποίηση. Από την άλλη, οι πιο φανατικοί λάτρεις της μόδας είδαν το πορτοφόλι ως μια δήλωση στιλ και έναν τρόπο να δείξουν το διαφορετικό και το μοναδικό. Αυτό δημιούργησε τεράστιο engagement και τροφοδότησε την περιέργεια γύρω από το brand.
Η εταιρεία επωφελείται από την πρόκληση συζητήσεων και δημοσιότητας γύρω από το brand. Ακόμα και αν πολλοί αντιδρούν αρνητικά, η καμπάνια προκαλεί buzz και κάνει τη Balenciaga να παραμένει στην κορυφή της επικαιρότητας, ως ένα brand που τολμά να δοκιμάσει νέες προσεγγίσεις. Το όφελος είναι διττό: τόσο η προβολή όσο και η εδραίωση της εικόνας του brand ως ενός που δεν φοβάται να ανατρέπει τις παραδοσιακές ιδέες της μόδας.
Η στρατηγική πίσω από την καμπάνια φαίνεται να βασίζεται στην ιδέα της πρόκλησης και της διατάραξης. Η Balenciaga θέλει να αποσταθεροποιήσει τη συνηθισμένη οπτική των καταναλωτών για το τι είναι “μόδα” και “πολυτέλεια”. Με το να λανσάρει ένα προϊόν που μοιάζει τόσο καθημερινό, αλλά έχει μια εξωφρενική τιμή, η Balenciaga καταφέρνει να πετύχει κάτι σπάνιο: να δημιουργήσει μια καμπάνια που προκαλεί και ξεσηκώνει το κοινό. Αυτή η στρατηγική φέρνει αντιδράσεις, αλλά αυτές οι αντιδράσεις είναι που οδηγούν στη δημοσιότητα και, τελικά, στην προώθηση του brand.
Σε τελική ανάλυση, η καμπάνια της Balenciaga με το πορτοφόλι-σακουλάκι από τσιπς δεν ήταν απλώς μια άσκηση στη δημιουργικότητα, αλλά ένας τρόπος να ενσωματώσει το χιούμορ, την πρόκληση και τη σκέψη στην εμπορική στρατηγική της, προσπαθώντας να κάνει το κοινό να δει την πολυτέλεια με διαφορετικά μάτια.